Η ορεινή γη της Καστοριάς
προσφέρει απλόχερα τα προϊόντα της στους ντόπιους και τους επισκέπτες της. Οι
κλιματολογικές συνθήκες, το υψόμετρο, ο αέρας, το χώμα, η οργάνωση και το
μεράκι των παραγωγών δίνουν εκλεκτά προϊόντα που ικανοποιούν και τον πιο απαιτητικό
καταναλωτή.
Τα κατ’ εξοχήν φημισμένα προϊόντα που παράγονται στην Καστοριά είναι η μοναδική παγκοσμίως καστοριανή γούνα, το δέρμα και οι αμέτρητες εφαρμογές τους στην ένδυση, την υπόδηση και τη διακόσμηση. Η καστοριανή γούνα κατέχει κυρίαρχη θέση στη διεθνή αγορά λόγω της ασυναγώνιστης ποιότητας και τιμής της.
Η βιοτεχνία της γουνοποιίας αναπτύχθηκε στην περιοχή
τουλάχιστον από τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, σύμφωνα με τις ιστορικές
πηγές. Ίσως και νωρίτερα από τη Βυζαντινή Εποχή. Για αιώνες τα μυστικά της
τέχνης μεταφέρονταν από γενιά σε γενιά και ζυμώθηκαν στους οντάδες του
μεσοπατώματος των καστοριανών αρχοντικών, όπου βρισκόταν τα καστοριανά
εργαστήρια. Το εμπόριο γούνας ανθούσε χάρη στους πολυάριθμους Καστοριανούς της
Διασποράς σε πλούσιες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως το Παρίσι, η Λειψία, η Βενετία, η
Βιέννη, το Βελιγράδι, το Βουκουρέστι και η Κωνσταντινούπολη. Μετά την
απελευθέρωση το επάγγελμα του γουναρά οργανώθηκε καλύτερα με την ίδρυση του
τοπικού συνδέσμου γουνοποιών. Όμως, ο πραγματικός πλούτος και η μεγαλύτερη
άνθηση επήλθε στις δεκαετίες του 1970 και 1980, όταν το συντριπτικά μεγαλύτερο
μέρος του πληθυσμού ασχολούνταν με τη γούνα. Εκατοντάδες ήταν τα εργαστήρια σε
κάθε σοκάκι της πόλης. Οι εξαγωγές των καστοριανών γουναρικών αποτελούσαν ένα
σημαντικό τμήμα των ελληνικών εξαγόμενων προϊόντων και πηγή συναλλάγματος. Οι
οικονομικές κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών προξένησαν ανυπολόγιστες ζημίες
στους καστοριανούς μικροβιοτέχνες γούνας και δέρματος, που έχουν πλέον να
αντιμετωπίσουν τον κινέζικο γίγαντα. Παρ’ όλα αυτά η ποιοτική διαφορά του
καστοριανού γουναρικού παραμένει ξεκάθαρη μέχρι σήμερα.
Κατά την περίοδο της Διεθνούς Έκθεσης Γούνας
Καστοριάς στις αρχές Μαΐου, αλλά και σε όλη τη διάρκεια του έτους οι επισκέπτες
μπορούν να προμηθεύονται γουναρικά από τα δεκάδες τοπικά εργοστάσια και
καταστήματα γουναρικών και δέρματος. Κάθε κατάστημα διαθέτει τον δικό του
εκθεσιακό χώρο, όπου μπορούν οι πελάτες να επιλέξουν αυτό που τους ενδιαφέρει
από μια τεράστια γκάμα προϊόντων. Ως πρώτες ύλες χρησιμοποιούνται φυσικές
γούνες ζώων, που εκτρέφονται για το σκοπό αυτό, όπως στην κτηνοτροφία. Γούνινα
παλτά και ζακέτες βιζόν, τσιντσιλά, ρενάρ, αστρακάν, σβακάρα, ζιμπελίνα και
λεοπάρ, δερμάτινα παλτά και παπούτσια, αξεσουάρ όπως τσάντες, καπέλα, γάντια
και παντόφλες, αλλά και είδη διακόσμησης σπιτιού (χαλιά, σκεπάσματα, μαξιλάρια,
αντικείμενα) είναι άμεσα διαθέσιμα σε κάθε πελάτη.
Το ορεινό μήλο της περιοχής είναι φημισμένο για την ποιότητά του σε όλη τη χώρα και φέρει Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) ως «Μήλο Καστοριάς». Η καλλιέργειά του ξεκίνησε σποραδικά τον Μεσοπόλεμο, αλλά επεκτάθηκε κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970 σε ευρεία κλίμακα κυρίως στα παραλίμνια χωριά Τοιχιό, Κεφαλάρι, Μεταμόρφωση, Φωτεινή, Πολυκάρπη, Μαυροχώρι και Λιθιά. Το σχετικά μεγάλο υψόμετρο 620-800 μ., το ιδιαίτερα εύφορο και πλούσιο από νερά έδαφος, αλλά και το «μαλακό» κλίμα που επικρατεί γύρω από τη λίμνη συντελούν στην παραγωγή ενός υπέροχου προϊόντος, γεμάτου από γεύση και άρωμα.
Στους
παραλίμνιους μηλεώνες της Καστοριάς παράγονται μέχρι 50.000 τόνοι μήλων
ετησίως, που προωθούνται στα τοπικά διαλογητήρια - συσκευαστήρια - ψυγεία, με
κυρίαρχο ρόλο να κατέχει η Γεωργική Εταιρεία Οπωροκηπευτικών Καστοριάς
(Γ.Ε.Ο.Κ. Α.Ε.). Έπειτα, τα μήλα ταξιδεύουν σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, αλλά και
χώρες του εξωτερικού όπως η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Οι
ποικιλίες που καλλιεργούνται στην περιοχή είναι κυρίως κόκκινου χρώματος της
ομάδας Red Delicious
(Starking, Red Chief, Starkimson, Scarlet), αλλά και κίτρινου (Golden Delicious), πράσινου (Granny Smith, Mutsu) και δίχρωμα (Jonagored, Jonagold, Fuji, Gala, Pink Lady).
Η συγκομιδή τους πραγματοποιείται από τέλη Αυγούστου έως τέλη Οκτωβρίου,
ανάλογα την ποικιλία. Επίσης, κάθε έτος στις αρχές Σεπτεμβρίου διοργανώνεται
γιορτή μήλου στον οικισμό Πολυκάρπη.
Το δεύτερο τοπικό προϊόν που προστατεύεται με Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) είναι τα περίφημα «Φασόλια Γίγαντες - Ελέφαντες Καστοριάς». Τα φασόλια Καστοριάς διακρίνονται στο πανελλήνιο για το μέγεθος, το λεπτό φλοιό, την υψηλή θρεπτική αξία και την ευκολία βρασίματος. Καλλιεργούνται σε πεδινά και ημιορεινά εδάφη γύρω από τη λίμνη και στις κοιλάδες του ποταμού Αλιάκμονα και των παραποτάμων του (Κορησός, Βασιλειάδα, Μελισσότοπος, Κορέστια, Γέρμας, Άργος Ορεστικό, Λακκώματα, Διαλεκτό, Πεντάβρυσος, Κρανοχώρι). Την διαλογή και την προώθηση των προϊόντων αναλαμβάνει κυρίως η δημοτική εταιρεία AGROKA Α.Ε. που εδρεύει στα Λακκώματα, αλλά και μικρότερα διαλογητήρια. Εκτός από τα φασόλια γίγαντες φούρνου, καλλιεργούνται φασόλια ελέφαντες (λευκά και έγχρωμα), μεγαλόσπερμα φασόλια πλακέ για σούπα και σπανιότερα μαυρομάτικα, μπαρμπούνια και χάντρες.
Σε οικισμούς της περιοχής με μεγαλύτερα υψόμετρα
(Πεντάβρυσος, Καλοχώρι, Ιεροπηγή, Διποταμία) καλλιεργούνται οι νόστιμες φακές
και τα ρεβίθια, που χωρίζονται σε ψιλά και χονδρά. Υγιεινές και θρεπτικές
τροφές, ιδανικές για σούπα και σαλάτες. Στους οικισμούς Γέρμας, Μελισσότοπος
και Λακκώματα πραγματοποιούνται κάθε χρόνο ετήσιες γιορτές φασολιού.
Μεγάλα, καφετιά και πεντανόστιμα είναι τα κάστανα της περιοχής του όρους Βόιο. Το βουνό εκτείνεται από κοινού στις Περιφερειακές Ενότητες Καστοριάς και Κοζάνης και καλύπτεται από πολυετή καστανοδάση. Το θεόρατο δέντρο της ευρωπαϊκής καστανιάς φτάνει τα 35 μ. ύψος και μπορεί να αποφέρει μέχρι και 50 κιλά κάστανα. Το σύμπλεγμα των χωριών του βουνού έχουν πάρει την ονομασία Καστανοχώρια, καθώς παλαιότερα η εκμετάλλευση των καρπών της καστανιάς αποτελούσε βασική πηγή εισοδήματος. Βέβαια, τις τελευταίες δεκαετίες τα χωριά ερήμωσαν και η καστανοπαραγωγή ελαττώθηκε και έχασε τον οργανωμένο της χαρακτήρα, ενώ το νέο διαλογητήριο - συσκευαστήριο που κατασκευάστηκε το 1998 στο χωριό Καστανόφυτο δεν λειτούργησε ποτέ. Όμως, τα παραπάνω προβλήματα δεν εμποδίζουν τον καταναλωτή να βρει εύκολα τα πεντανόστιμα κάστανα στα καταστήματα της πόλης, κυρίως κατά την περίοδο του χειμώνα. Βραστά ή ψητά, συνοδεύονται άριστα με κόκκινο κρασί και μας συντροφεύουν τις χειμωνιάτικες νύχτες. Όμορφη νοσταλγική εικόνα αποτελούν και οι ντόπιοι καστανάδες που κυκλοφορούν τον χειμώνα και γεμίζουν αρώματα τους δρόμους της πόλης. Τέλος, η μεγάλη ετήσια και δημοφιλής Καστανογιορτή πραγματοποιείται κάθε χρόνο στα τέλη Οκτωβρίου στο χωριό Καστανόφυτο.
Εκτός από τα κάστανα, στην περιοχή της Καστοριάς
καλλιεργούνται σε μικρότερο βαθμό και άλλοι ξηροί καρποί, εξαιρετικά ωφέλιμοι
για την υγεία χάρη στα πολλά τους ιχνοστοιχεία. Τα καρύδια της περιοχής είναι
πολύ καλής ποιότητας, μεγάλα σε μέγεθος και ανήκουν κυρίως στην ποικιλία juglans regia. Τρώγονται ευχαρίστως
ωμά και χρησιμοποιούνται για γλυκά του κουταλιού και άλλες εφαρμογές στη
ζαχαροπλαστική. Ακόμη, τα τελευταία χρόνια έχουν εισαχθεί και άλλες δυναμικές
καλλιέργειες από τους γεωργούς της περιοχής. Αμύγδαλα, φουντούκια, μύρτιλλα (blueberry), κράνμπερι, κράνα,
γκότζι μπέρι και φυσικά η μοναδική υπερτροφή ιπποφαές. Όλα αυτά παράγονται
χωρίς φυτοφάρμακα και είναι διαθέσιμα κατευθείαν από τους παραγωγούς ή τα
καταστήματα βιολογικών προϊόντων στην πόλη της Καστοριάς.
Τα μανιτάρια του όρους Βίτσι αποτελούν εκλεκτό έδεσμα για τους καλοφαγάδες. Φύονται στα πυκνά δάση του βουνού και αποτελούν πόλος έλξης για τους απανταχού μανιταρόφιλους. Ο σύλλογος μανιταρόφιλων Δυτικής Μακεδονίας με πλούσια δράση έχει την έδρα του στο χωριό Απόσκεπος και έχει φιλοξενήσει κάποια έτη την Πανελλήνια Γιορτή Μανιταριού. Ακόμη, κάθε χρόνο τελείται η ετήσια γιορτή μανιταριού στον ορεινό οικισμό Οξυά του Βιτσίου. Όσον αφορά τα είδη, τα άγρια μανιτάρια του Βιτσίου που τρώγονται είναι συνήθως βωλίτες, όπως οι εδώδιμοι (boletus edulis), τα καλογεράκια (boletus aereus) και τα βασιλικά (boletus reticulatus). Ακόμη, δημοφιλείς είναι οι αποξηραμένες μορχέλλες (morchella esculenta), οι μαύρες τρομπέτες (craterellus cornucopioides) και σπάνιες οι τρούφες. Επίσης, σε φάρμες της περιοχής μπορεί κάποιος να αγοράσει μανιτάρια πλευρώτους (pleurotus ostreatus).Η συλλογή άγριων μανιταριών είναι μια όμορφη εμπειρία, όμως πρέπει να γίνεται πάντα με επίβλεψη κάποιου ειδήμονα για την αποφυγή των τοξικών ειδών (κυρίως του γένους amanita). Τα νόστιμα μανιτάρια μπορεί κάποιος να τα δοκιμάσει στις ταβέρνες της περιοχής και να τα προμηθευτεί από τα τοπικά καταστήματα εδώδιμων.
Τα τυροκομικά προϊόντα που παράγονται στην Περιφερειακή Ενότητα Καστοριάς είναι η φέτα, το κασέρι, το κεφαλοτύρι, η κεφαλογραβιέρα, ο μπάτζος και η μυζήθρα. Τα πέντε πρώτα φέρουν Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ), όπως σε όλη τη χώρα. Στην περιοχή εδρεύουν δύο τυροκομεία, αυτό της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΑΣ) Καστοριάς στο Άργος Ορεστικό (που εκμεταλλεύεται πλέον ιδιωτική εταιρεία) και ένα ακόμη ιδιωτικό στην Κλεισούρα. Τα νόστιμα τυροκομικά προϊόντα μπορούν να βρεθούν στα παντοπωλεία της περιοχής, αλλά και σε υπεραγωρές ολόκληρης της χώρας.
Η
πασίγνωστη φέτα είναι το δημοφιλέστερο τυρί στην Ελλάδα. Υπάρχει σε κάθε
τραπέζι και έχει πάρα πολλές χρήσεις στη μαγειρική. Η Φέτα Καστοριάς και η Φέτα
Κλεισούρας παράγονται από ντόπιο πρόβειο και κατσικίσιο γάλα σε ιδανικές
αναλογίες και συσκευάζονται σε δοχεία και μικρότερες συσκευασίες.
Το Κασέρι
Καστοριάς είναι ημίσκληρο λευκοκίτρινο τυρί, που παρασκευάζεται από πρόβειο με
μικρή προσθήκη κατσικίσιου γάλατος. Μετά την ωρίμανση τρώγεται ωμό, τρίβεται
στα ζυμαρικά και προστίθεται σε πίτες και πίτσες.
Το ντόπιο
πεντανόστιμο κεφαλοτύρι παράγεται από πρόβειο γάλα και είναι σκληρό. Η γεύση
του αλμυρή, λίγο πικάντικη και πλούσια σε βούτυρο και γάλα. Ιδανικό για
σαγανάκι και τριμμένο πάνω σε ζυμαρικά, κρεατικά και σαλάτες.
Παρόμοια με
το κεφαλοτύρι είναι και η σκληρή κεφαλογραβιέρα, που παράγεται από ισορροπημένο
μίγμα παστεριωμένου κατσικίσιου και πρόβειου γάλατος, που έχει υποστεί ωρίμανση
2-3 μηνών.
Ο
εκλεκτότερος μεζές που συνοδεύει το τσίπουρο είναι ο μπάτζος. Το λευκό,
ιδιαίτερα σκληρό και αλμυρό τυρί από αιγοπρόβειο γάλα, που παράγεται κυρίως στη
Δυτική Μακεδονία. Έχει ελάχιστα λιπαρά και διατηρείται σε άλμη. Μπορεί επίσης
να γίνει σαγανάκι ή να συνοδευτεί άριστα με αυγά.
Η μυζήθρα
είναι ένα σκληρό τυρί που παράγεται από αιγοπρόβειο τυρόγαλο και γάλα. Στην
περιοχή παράγεται με ξηρή μορφή και είναι ελαφρώς αλμυρή. Μπορεί να προστεθεί
σε πίτες ή να τηγανιστεί σαγανάκι.
Οι ορεινοί αμπελώνες της Καστοριάς αναπτύσσονται στις απότομες πλαγιές των βουνών γύρω από τη λίμνη σε υψόμετρο 700 - 800 μ. Έτσι, δέχονται τα ευεργετικά χαρακτηριστικά του μικροκλίματος, όπου οι σκληρές ηπειρωτικές συνθήκες ημερεύουν και η αύρα της λίμνης γεμίζει τον αέρα. Τα ξηρικά αμπελοτόπια της Μεταμόρφωσης, της Φωτεινής, της Λιθιάς, των Αμπελοκήπων, της Κορομηλιάς και του Αποσκέπου ενδείκνυνται για την παραγωγή εκλεκτών οίνων και τσίπουρου. Παλαιότερα, κάθε καστοριανό σπίτι είχε τον παραλίμνιο αμπελώνα του στις τοποθεσίες Φουντουκλή ή Πέτρα και παρήγαγε το δικό του κρασί σε μια μοναδική τελετουργία. Ο τρύγος γίνεται τις ημέρες του Σεπτεμβρίου και ο μούστος είναι το πρώτο προϊόν του πατήματος. Με αυτόν οι νοικοκυρές έφτιαχναν μουσταλευριά, μουστοκούλουρα ή το προσέφεραν ως κέρασμα. Σήμερα, γίνεται γιορτή μούστου στο χωριό Σταυροπόταμος στις αρχές κάθε Σεπτεμβρίου. Έπειτα, ο μούστος αφήνεται να ζυμωθεί και να παλαιωθεί ώστε να αναπτυχθούν οι αλκοόλες. Στις μέρες μας, υπάρχουν δύο οργανωμένα οινοποιία στην Μεταμόρφωση και την Κορομηλιά που προσφέρονται για επισκέψεις. Οι πολυποικιλιακοί οίνοι της περιοχής ενσωματώνουν μοναδικά αρώματα από διάφορες ποικιλίες μαύρων και λευκών σταφυλιών: ξινόμαυρο Μακεδονίας, Merlot, Syrah, Cabernet Sauvignon, Ροδίτης, Sauvignon Blanc και Riesling. Οι τοπικοί οίνοι της Καστοριάς φέρουν Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ).
Στην Περιφερειακή Ενότητα Καστοριάς υπάρχουν σήμερα περίπου
150 ενεργά οικιακά αποστακτήρια τσίπουρου σε πολλούς οικισμούς, που παράγουν το
εκλεκτό αυτό προϊόν. Το βράσιμο και η απόσταξη των στέμφυλων αποτελεί μια
ιεροτελεστία, όπου γίνονται μεγάλα γλέντια από τον Νοέμβριο μέχρι τον
Ιανουάριο. Το τελικό ποτό συνήθως προσφέρεται χωρίς γλυκάνισο (γράπα) και οι
βαθμοί του ποικίλουν. Υπάρχουν βέβαια και ντόπια τσίπουρα που έχουν δεχθεί
γλυκάνισο, μαστίχα, χυμό φρούτων ή άλλα μυρωδικά. Στις αρχές Δεκεμβρίου υπάρχει
και γιορτή τσίπουρου στα καζάνια του χωριού Λιθιά.
Το τσάι βουνού του γένους sideritis (συνήθως raeseri και scardica) είναι ένα αυτοφυές ποώδες φυτό που φυτρώνει σε μεγάλα υψόμετρα στις πλαγιές του Γράμμου. Οι ευεργετικές του ιδιότητες είναι πολλαπλές για τη διατήρηση της υγείας και ευεξίας. Το πολυετές αυτό φυτό με τα κίτρινα άνθη συλλέγεται τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, χωρίς να ξεριζώνεται ολόκληρο αλλά αποκόπτεται μονάχα το ανθοφόρο τμήμα του. Το εμπόριό του απαγορεύεται και προορίζεται μόνο για ατομική χρήση. Όμως, η συλλογή του από λαθρέμπορους που εισέρχονται παράνομα από τη γειτονική Αλβανία έχει προκαλέσει μείωση στον αριθμό των αυτοφυών τσαγιών. Γι’ αυτό έχουν αναπτυχθεί τελευταίως καλλιέργειες του φυτού σε χαμηλότερα υψόμετρα, που προμηθεύουν την τοπική και την εγχώρια αγορά. Ακόμη, στα μέσα Ιουλίου πραγματοποιείται η γιορτή τσαγιού στο χωριό Γράμμος, όπου προσφέρεται το υπέροχο αυτό ρόφημα.
Εκτός από το τσάι, στις πλαγιές του Γράμμου, του
Βοΐου και του Μάλι-Μάδι φαρμακευτικά φυτά φυτρώνουν φυσικά ή καλλιεργούνται πολλά
ακόμη αρωματικά. Το θυμάρι, η ρίγανη, το αγριογαρύφαλλο, το
δενδρολίβανο, η λεβάντα, η μέντα, το χαμομήλι, το σαλέπι, η πρίμουλα, οι άγριες
ορχιδέες και τα αιθέρια έλαιά τους μπορεί κάποιος να τα προμηθευτεί από την
περιοχή.
Στην Περιφερειακή Ενότητα Καστοριάς υπάρχουν σήμερα τέσσερις γυναικείοι αγροτικοί συνεταιρισμοί με έδρα το Κωσταράζι, τον Μελισσότοπο, το Νεστόριο και τη Διποταμία. Οι γυναίκες των συνεταιρισμών αυτών παράγουν χειροποίητα ζυμαρικά, πίτες και γλυκά. Τα ντόπια ζυμαρικά περιλαμβάνουν εξαιρετικές χυλοπίτες (με γάλα και αυγά, με μανιτάρι, με κρόκο, λιαστές), κριθαράκι, ταλιατέλες, κους κους, βίδες, τραχανάδες (γλυκός, ξινός, με λαχανικά), πλιγούρι, πέτουρα, όλα από ντόπια αγνά υλικά και σε ποικιλία γεύσεων και σχημάτων.
Επίσης, η
Καστοριά έχει μεγάλη παράδοση στην παρασκευή πιτών από χειροποίητο φύλλο, ίσως
περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή της Ελλάδας. Αιώνες παράδοσης συνοδεύουν τις
υπέροχες καστοριανές πίτες, που υποχρεωτικά έπλαθε κάθε μαγείρισσα, ειδικά στην
χειμερινή περίοδο των γιορτών. Τυρόπιτα, σπανακόπιτα, πρασόπιτα, σκέτες ή με
τυρί, αρμιόπιτα (με αυγά και αρμιά, δηλαδή φύλλα λάχανου τουρσί), κρεατόπιτα,
αλλά και νηστίσιμες όπως χορτόπιτα, μανιταρόπιτα, κρεμμυδόπιτα και γλυκιά καρυδόπιτα,
μηλόπιτα, τραχανόπιτα και κολοκυθόπιτα. Στους ποντιακούς οικισμούς της περιοχής
παρακευάζουν παραδοσιακά ζυμαρικά και αρτοσκευάσματα, όπως πισία, ωτία,
γιοχάδες, ευριστόν, γαϊπάχ, κουιμάδες και τυριτλίκια. Όλα τα παραπάνω προϊόντα
μπορεί ο επισκέπτης να τα προμηθευτεί συσκευασμένα από τους ίδιους τους
συνεταιρισμούς και τα τοπικά καταστήματα παραδοσιακών προϊόντων. Εκτός φυσικά αν
έχει τη μοναδική ευκαιρία να τα δοκιμάσει από τα χέρια μιας ντόπιας νοικοκυράς.
Στα ορεινά χωριά της Καστοριάς όπως ο Γέρμας, το Κωσταράζι, το Δενδροχώρι, η Ιεροπηγή, η Κοτύλη και ο Γράμμος υπάρχουν πολλές φάρμες που εκτρέφουν βοοειδή, αμνοερίφια, χοίρους και πουλερικά και εφοδιάζουν τα τοπικά καταστήματα με εκλεκτά κρεατικά. Ιδιαίτερα είναι τα χωριατικά λουκάνικα της περιοχής στις διάφορες εκδοχές τους που παράγονται σε τοπικά εργαστήρια επεξεργασίας κρεάτων, απ’ όπου προωθούνται στην αγορά. Σε παλαιότερες εποχές, οι νοικοκυρές παρασκεύαζαν μόνες τους τα καστοριανά σπιτικά λουκάνικα κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, ένα φαγητό στο οποίο έχουν ιδιαίτερη αδυναμία οι ντόπιοι κάτοικοι.
Στον παραλίμνιο κάμπο, καλλιεργούνται εκτός από μήλα, διάφορα είδη οπωροκηπευτικών με βιολογικό τρόπο. Ονομαστή είναι η Ντομάτα Καστοριάς, αλλά και οι μοναδικές ορεινές πατάτες που καλλιεργούνται σε μεγάλα υψόμετρα στο βουνό Βίτσι, γύρω από τους οικισμούς Βυσσινιά, Οξυά, Πολυκέρασος και Περικοπή. Η πατάτα του Βιτσίου είναι κατακίτρινη και γευστικότατη, λόγω του ορεινού κλίματος. Επίσης, ντόπιοι παραγωγοί καλλιεργούν διάφορα κηπευτικά όπως κολοκυθάκια και κολοκύθες, λάχανα, φασολάκια, κρεμμύδια χλωρά και ξερά, μαρούλια, μπρόκολα, κουνουπίδια, μελιτζάνες και πιπεριές (πράσινες και κόκκινες). Οι παραγωγοί συνήθως διαθέτουν απευθείας τα φυσικά προϊόντα τους στις υπαίθριες λαϊκές αγορές της περιοχής: Τετάρτη και Σάββατο στην Καστοριά, Τρίτη στο Άργος Ορεστικό και Παρασκευή στους Μανιάκους.
Ιδιαίτερη παράδοση έχουν οι Καστοριανοί στην
παρασκευή του γευστικού τουρσί, μιας ουσιαστικά αλμυρόξινης σαλάτας που
τρώγεται σκέτη ως μεζές ή αποτελεί συστατικών πολλών φαγητών και πιτών. Το
τουρσί δεν έλειπε από κανένα σπίτι τον χειμώνα και η παρασκευή του είχε
τελετουργικά χαρακτηριστικά. Αποτελείται κυρίως από φύλλα λάχανου (αρμιά),
πιπεριές, καρότο και σκόρδο. Μερικοί προσθέτουν και άλλα κηπευτικά όπως
πράσινες ντομάτες, αγγουράκια, σέλινο, ραπανάκι, κουνουπίδι και πολλά μυρωδικά.
Όλα μαζί περιχύνονται με ξύδι, αλατίζονται και αφήνονται σε κιούπια να
ωριμάσουν. Τέλος, στην περιοχή φτιάχνουν και σπιτικές σάλτσες από ντομάτα, όπου
προστίθεται πιπεριά, μανιτάρι, σκόρδο και διάφορα μυρωδικά. Το τουρσί και τις
σάλτσες μπορεί κάποιος να τα προμηθευτεί έτοιμα και συσκευασμένα σε βαζάκια.
Στα γλυκά που παραδοσιακά φτιάχνονται στην περιοχή ανήκουν τα γλυκά του κουταλιού σε μια εντυπωσιακή ποικιλία: κολοκύθι, κυδώνι, κεράσι, βύσσινο, καρύδι, κάστανο, σύκο, μήλο φυρίκι, αχλάδι, πορτοκάλι, κράνο, καΐσι, βατόμουρο, σταφύλι, δαμάσκηνο, βερίκοκο, αλλά και πιο ιδιαίτερα όπως καρότο, καρπούζι, φασόλι γίγαντας και μανιτάρι. Όλα προσφέρονται σε όμορφα βαζάκια στα καταστήματα της περιοχής.
Ακόμη, τα
σιροπιαστά έχουν ειδική θέση μεταξύ των γλυκών: μπακλαβάς, καταΐφι, σαραγλί και
ρεβανί, όλα με αγνά υλικά. Φυσικά, δεν λείπουν και οι γλυκιές πίτες, όπως η
καρυδόπιτα, η κολοκυθόπιτα, η μηλόπιτα, η γαλατόπιτα, η γιαουρτόπιτα, η
βασιλόπιτα και η μουστόπιτα. Ένα καθαρά παραδοσιακό γλυκό της Καστοριάς είναι
σάλιαροι, ένα χειμωνιάτικο κέρασμα που μοιάζει με τον κουραμπιέ αλλά έχει
διαφορετική γεύση. Επίσης, σύνηθες είναι το ρυζόγαλο, το καζάν τιπί, η
πουτίγκα, η νουγκατίνα και ο σιμιγδαλένιος χαλβάς. Μερικά από αυτά διατίθονται
στο εμπόριο από τους τοπικούς συνεταιρισμούς, άλλα παρασκευάζουν τα τοπικά
ζαχαροπλαστεία και άλλα οι νοικοκυρές στις οικίες τους.
Στον
οικισμό Λακκώματα υπάρχει επίσης ένα ιδιωτικό εργαστήρι παρασκευής των
φημισμένων καστοριανών λουκουμιών σε διάφορες γεύσεις. Τα λουκούμια συνηθίζεται
να τρώγονται στην περιοχή ανάμεσα σε δύο μπισκότα, το ονομαζόμενο
μπισκοτολούκουμο. Ακόμη, χειροποίητα φτιάχνονται μαστιχωτά, ανώμαλα,
ζαχαροστράγαλα, πολύχρωμες καραμέλες, κομπόστες, μαρμελάδες και άλλα κεράσματα
που έρχονται σε όμορφες συσκευασίες.
Τέλος, το εκλεκτό Μέλι Καστοριάς παράγεται από
ντόπιους παραγωγούς και διατίθεται απευθείας ή στα τοπικά καταστήματα και τις
λαϊκές αγορές. Τα άγρια ορεινά μελίσσια τοποθετούνται στις πλαγιές των γύρω
βουνών και οι μέλισσές τους εκτρέφονται με βιολογικές μεθόδους. Το τοπικό μέλι
υπάρχει σε διάφορες εκδοχές: γενικής ανθοφορίας, πευκόμελο, ελάτης, ακακίας,
ανθόμελο, θυμαρίσιο με κυρήθρα. Ευεργετικά είναι και τα συνοδευτικά προϊόντα
του, όπως ο βασιλικός πολτός, η κυρήθρα, το μελισσοκέρι, και οι διάφορες κεραλοιφές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια με υβριστικό ή προσβλητικό περιεχόμενο δεν θα δημοσιεύονται