Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011

Η συμβολή των καστοριανών στους απελευθερωτικούς αγώνες μέχρι το 1870 (μέρος 2ο)


Η δράση των καστοριανών Αποδήμων και Φιλικών
Η οικία των αδερφών Εμμανουήλ στην Καστοριά,
σήμερα Ενδυματολογικό Μουσείο
     Από τον 17ο αι. έμποροι και τεχνίτες της περιοχής αναγκάζονται να αποδημήσουν σε άλλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως στην Κων/πόλη, τις παραδουνάβιες περιοχές και πόλεις της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Βιέννη, η Πέστη και η Λειψία. Οι απόδημοι καστοριανοί δεν λησμονούσαν τις πατρογονικές εστίες τους και έκαναν πολύ συχνά δωρεές, κτίζοντας κοινωφελή ιδρύματα και εντυπωσιακά αρχοντικά. Βέβαια, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και στις προσπάθειες των υπολοίπων συμπατριωτών τους για αποτίναξη του ζυγού των κατακτητών. Αρχικά, πρώτος γνωστός καστοριανός αποτελεί ο Εμμανουήλ Φιλίππου ή Μανωλάκης Καστοριανός (1610-1699) , που δραστηριοποιήθηκε στην Πόλη περί τα τέλη του 17ου αι. με το εμπόριο γούνας. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες για συνεισφορά του στους επαναστατικούς αγώνες, αλλά αποτελεί ίσως τον πρώτο εθνικό ευεργέτη μιας και ίδρυσε πολλά σχολεία στον ελλαδικό χώρο και επανασύστασε την Μεγάλη του Γενους Σχολή στην Κων/πολη. Έκανε δωρεές στα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και χρηματοδότησε την κατασκευή του ναού της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας[1] [2].    

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

Η συμβολή των καστοριανών στους απελευθερωτικούς αγώνες μέχρι το 1870 (μέρος 1ο)


Οι πρώτες εξεγέρσεις    
Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β'
Παλαιολόγος (1350-1425)
      Ήδη από τα πρώτα χρόνια μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας από τον τούρκο στρατηγό Γαζή Εβρέν και την οριστική εδραίωση της τουρκικής κυριαρχίας στα νότια Βαλκάνια με τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389), εμφανίζονται απεγνωσμένες εξεγέρσεις που έχουν πρόσκαιρα μόνο αποτελέσματα.  Προφανώς, οι ντόπιοι κάτοικοι της Μακεδονίας δεν μπορούσαν να δεχτούν  εύκολα την υποδούλωση και είχαν την πεποίθηση πως η παραπαίουσα βυζαντινή εξουσία θα έβρισκε το σθένος αντιμετώπισης του οθωμανικού κινδύνου, ίσως με τη συνδρομή της Δύσης. Ευνοϊκές συνθήκες για εξέγερση δόθηκαν μετά την πανωλεθρία του σουλτάνου Βαγιαζήτ Α’ από τα μογγολικά στρατεύματα του Ταμερλάνου στη μάχη της Άγκυρας (1402). Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος επωφελούμενος την τουρκική ήττα, όπως και τις εμφύλιες διαμάχες των διαδόχων του Βαγιαζήτ, εκστρατεύει στη Μακεδονία και απελευθερώνει τη Θεσσαλονίκη και τα γύρω παράλια[1]. Η περιοχή της Καστοριάς και γενικότερα Δυτ. Μακεδονίας δεν περιλήφθηκε στις κατακτήσεις, αλλά πρέπει να θεωρούμε πολύ πιθανό το ξέσπασμα εξέγερσης εδώ, ενάντια στους Οθωμανούς. Επόμενη ευκαιρία για τους υπόδουλους δόθηκε κατά την σταυροφορία του Ούγγρου Λαδισλάβου Γ’ κατά των Τούρκων το 1444. Ο δεσπότης του Μοριά Κωνσταντίνος Παλαιολόγος εκστρατεύει βόρεια στη σημερινή Στερεά Ελλάδα, ενώ Βλάχοι της Πίνδου στην περιοχή μας επιτίθενται σε τούρκους Γιουρούκους[2]. Η ανταρσία των Χριστιανών διατηρήθηκε μέχρι την νέα ήττα των σταυροφόρων του Ι. Ουνυάδη το 1448. Έναυσμα για ακόμη μια επανάσταση αποτέλεσε η εκστρατεία του γάλλου βασιλιά Καρόλου Η’ το 1495 που τελικά ματαιώθηκε. Οι χριστιανοί της δυτικής κυρίως Μακεδονίας που είχαν εξεγερθεί αφέθηκαν στην τύχη τους και οι Οθωμανοί προέβησαν σε σκληρά αντίποινα[3].

Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Το αρχαίο Άργος Ορεστικόν και η Διοκλητιανούπολη

        Το Άργος Ορεστικόν αποτελεί μια από τις ελάχιστες πόλεις της Ορεστίδας που μνημονεύονται από τους αρχαίους συγγραφείς. Αρχικά, αναφέρεται από τον Στράβωνα ο ιδρυτικός μύθος της πόλης από τον Ορέστη, γιο του Αγαμέμνονα[1]. Ακόμη, ο Αππιανός μιλάει για το ‘’Άργος εν Ορεστεία’’ απ’ όπου κατάγονται οι Αργεάδες Μακεδόνες[2] και ο Στέφανος Βυζάντιος απαριθμεί 11 πόλεις με το όνομα Άργος, εκ των οποίων δύο με το συνοδευτικό Ορεστικόν, το ένα στην Ήπειρο και το άλλο στην Ορεστίδα[3]. Το όνομα Άργος (= πεδίο) είναι αρκετά παλιό και πιθανώς έχει πελασγικές ρίζες, μνημονεύεται δε πρώτη φορά στα Ομηρικά Έπη. Το προσωνύμιο Ορεστικόν αναφέρεται είτε σύμφωνα με την μυθολογία στον Ορέστη, είτε είναι τοπογραφικός προσδιορισμός για το έδαφος των Ορεστών, που είναι και το πιθανότερο. Η πόλη αυτή εικάζεται από τους νεότερους ερευνητές ότι ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου της Ορεστίδας και έδρα του κοινού των Ορεστών κατά την Ρωμαϊκή Εποχή, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια σχετική αναφορά από την Αρχαιότητα. Επίσης, για την χρονολογία ίδρυσής της δεν υπάρχει καμία άλλη πληροφορία, παρά μόνο αν δεχθούμε ότι υπάρχει ιστορικό υπόβαθρο στον μύθο για τον Ορέστη, που μας πηγαίνει στα χρόνια μετά τον Τρωϊκό Πόλεμο, τον 12ο αι. π.Χ. Όμως, προβληματίζει η απουσία της πόλης από κάθε συγγραφικό έργο μέχρι τα χρόνια του Στράβωνα (63 π.Χ – 23 μ.Χ), ειδικά στον Ηρόδοτο που μνημονεύει μόνο την πόλη Λεβαία στην ευρύτερη περιοχή[4].
Back to Top