Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Η εκπαίδευση κατά την Τουρκοκρατία (μέρος 2ο) : Τα αλλόγλωσσα σχολεία


     Μουσουλμανικά σχολεία
     Η πλειοψηφία των Μουσουλμάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε γενικές γραμμές δεν φημίζεται για την εκπαιδευτική της παράδοση, ούτε για το ενδιαφέρον της να στραφεί στην επιστήμη. Οι Τούρκοι προτιμούσαν περισσότερο να καλλιεργούν τα εκτεταμένα τσιφλίκια τους, ενώ λιγότεροι να ασχολούνται με το εμπόριο. Έτσι, και στην Καστοριά οι Τούρκοι ασχολούνταν με τα κτήματα και το ψάρεμα στη λίμνη, μερικοί είχαν καταστήματα στην Κάτω Αγορά της πόλης, ενώ η ολιγομελής ελίτ των εγγράμματων βρισκόταν σε διοικητικά ή θρησκευτικά πόστα. Το παραπάνω, καθώς και η μειοψηφία των Μουσουλμάνων στον Καζά Καστοριάς, εξηγεί εν μέρει το γεγονός ότι οι αναφορές για τα μουσουλμανικά σχολεία της περιοχής είναι αισθητά λιγότερες από αυτές για τα ελληνικά.

Καστοριά
Η Αστική Σχολή του Οσμάν Χότζα στην περιοχή
του Κουρσούμ Τζαμί
     Ως πρώτο μουσουλμανικό εκπαιδευτήριο της πόλης πρέπει να θεωρούμε τον Μενδρεσέ του Αχμέτ Πασά στην περιοχή της πύλης, στο τούρκικο τμήμα, που περιγράφουμε σε παλαιότερο άρθρο. Ένας δεύτερος μικρότερος Μενδρεσές βρισκόταν δίπλα ακριβώς από το Ταμπάχανέ Τζαμί στη Νότια Παραλία. Αυτά τα δύο κτίρια αποτελούν τα πρόδρομα τούρκικα σχολεία της πόλης με θρησκευτικό προσανατολισμό, που προετοίμαζαν το μελλοντικό μουσουλμανικό ιερατείο και διοίκηση. Στην συνέχεια, τη δεκαετία του 1840 ιδρύεται το πρώτο τούρκικο κοινοτικό σχολείο δίπλα στο Κουρσούμ Τζαμί, στο σημερινό ΙΚΑ της πόλης. Είναι η Αστική Σχολή του Οσμάν Χότζα και αποτελεί το αντίστοιχο του σημερινού Δημοτικού Σχολείου. Οι μαθητές τα πρώτα 2-3 έτη μάθαιναν να συλλαβίζουν λέξεις χωρίς κάποιο εγχειρίδιο, ενώ τα επόμενα χρησιμοποιούσαν διάφορα βιβλία όπως το Ταμπαρικέ με τελευταίο το Κοράνι[1].
Μετά την απομάκρυνση των μουσουλμάνων το κτίριο στέγασε για κάποιο διάστημα ένα από τα νηπιαγωγεία της πόλης. Την δεκαετία του 1860 ανοικοδομήθηκαν το τούρκικο Παρθεναγωγείο και το Ημιγυμνάσιο (Ρουσδιέ) στην Βόρεια Παραλία, στο δυτικό τμήμα του Απόζαρι. Το Ημιγυμνάσιο αποτέλεσε το πρώτο και μοναδικό μουσουλμανικό σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στον Καζά Καστοριάς, καθώς δεν ολοκληρώθηκε τελικώς η κατασκευή του Γυμνασίου στην θέση του σημερινού ξενοδοχείου Ξενία[2]. Τέλος, τα νήπια των Μουσουλμάνων φοιτούσαν στο Νηπιαγωγείο, που ενσωματώθηκε στο Τζαμί του Προδρόμου και βρισκόταν στην σημερινή οδό Κελέτρου. 

Οικισμοί Καζά Καστοριάς
     Από τα κεφαλοχώρια της περιοχής μόνο στο Άργος Ορεστικό, το Μαυροχώρι και την Κορησό υπήρχαν μουσουλμανικοί πληθυσμοί και μουσουλμανικά πρωτοβάθμια σχολεία αρρένων. Στο Άργος λειτουργούσε από τα μέσα του 19ου αι. Οθωμανικό Γραμματοδιδασκαλείο σε μικρό κτίσμα το οποίο μνημονεύει ο Σχινάς, όπως και αυτό του Μαυροχωρίου[3]. Επίσης, από οθωμανικά αρχεία προκύπτει η ύπαρξη οθωμανικού σχολείου στην Κορησό (Γκόρεντσι), την Πολυκάρπη (Λίτσιατα) και τους Κομνηνάδες (Σιάκι)[4], ενώ δεν αποκλείουμε να υπήρχαν και σε άλλα χωριά με αμιγή ή πλειοψηφών μουσουλμανικό πληθυσμό, όπως η Διποταμία (Ρέβανη), το Χιονάτο (Γκάρλιανη), η Οινόη (Όσιανη), η Πεντάβρυσος (Ζελεγκόσδι) και o Αγ. Αντώνιος (Ζέρβενι).



Βουλγάρικα σχολεία
Ο Τ. Ποπόφσκι (1848-1928), εξαρχικός ιερέας της
Ιεροπηγής. Από τους πρώτους υποστηρικτές της
βουλγαρικής προπαγάνδας στην περιοχή
     Το θέμα της εξάπλωσης των αλλόγλωσσων σχολείων στην ευρύτερη περιοχή είναι ένα ευαίσθητο ζήτημα, που έχει χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς ως επιχείρημα αλυτρωτικής προπαγάνδας. Ειδικότερα, όσον αφορά τα βουλγαρικά σχολεία εμφανίστηκαν στην Μακεδονία μετά τη ίδρυση της Εξαρχίας σε περιοχές που ομιλούνταν το βουλγαρογενές σλαβικό ιδίωμα. Στην περιοχή της Καστοριάς που υπήρχαν τέτοιοι πληθυσμοί, ελάχιστα βουλγάρικα σχολεία εμφανίστηκαν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1890. Ως πρώτη προσπάθεια ίδρυσης βουλγάρικου σχολείου στην περιοχή μαρτυρείται το 1860 στο Ποιμενικό (Βαψώρι) από τον ιερομόναχο Γεράσιμο[5]. Εκείνη την περίοδο ελάχιστοι μεμονωμένοι εξαρχικοί ιερείς και βούλγαροι πράκτορες ξεκίνησαν να θέτουν τις βάσεις της βουλγαρικής προπαγάνδας, η οποία στην προσπάθειά της να προσελκύσει τους κατοίκους εντάσσει πολλές φορές την ελληνική γλώσσα στο διδακτικό της πρόγραμμα[6]. Οι στατιστικές των σχολείων κατά τις δεκαετίες του 1870 και 1880 παρουσιάζουν με τον πλέον σαφή τρόπο την σχεδόν μηδαμινή εξάπλωσή των βουλγάρικων σχολείων. Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις μνημονεύεται από πρωτογενείς πηγές η αντίδραση των ντόπιων κατοίκων στην προσπάθεια ίδρυσης εξαρχικών σχολείων. Βούλγαροι δάσκαλοι εκδιώχθηκαν αρχικά από τους κατοίκους της Κορησού (Γκόρεντσι), της Κρυσταλλοπηγής (Σμαρδέσι) και του Άνω Νεστορίου[7]. Το 1883 μνημονεύεται από προξενικές αρχές η ύπαρξη περίπου 10 βουλγάρικων σχολείων στον Καζά Καστοριάς, την στιγμή που τα ελληνικά ανέρχονταν σε 83[8]. Το επόμενο διάστημα ο αριθμός των ελληνικών σχολείων εκτοξεύεται στα 131, ενώ τα βουλγάρικα συνεχίζουν να είναι λιγοστά[9].
     Όμως, μετά την ίδρυση των βουλγαρικών κομιτάτων, την αποτυχημένη Επανάσταση του Ίλντεν και την ένοπλη έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα τα βουλγάρικα σχολεία αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό, αντικαθιστώντας πολλές φορές τα προϋπάρχοντα ελληνικά. Εδώ, προκύπτει ένα εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο, το γεγονός ότι σε ελάχιστες περιπτώσεις  οι ντόπιοι κάτοικοι ενδιαφέρθηκαν για την ίδρυση βουλγάρικου σχολείου στην περιοχή, ενώ είχαν την δυνατότητα να το κάνουν ήδη από τις προηγούμενες δεκαετίες με τις διατάξεις του Χάττι Σέριφ (1839) και Χάττι Χουμαγιούν (1856). Μεγάλη σημασία πρέπει να δοθεί στις συνθήκες κάτω από τις οποίες ιδρύθηκαν τα βουλγάρικα σχολεία, τα περισσότερα από τα οποία δεν λειτούργησαν πάνω από 15 χρόνια. Μόνο με την ένοπλη τρομοκρατία και τον ωμό εκβιασμό των κατοίκων οι κομιτατζήδες κατάφεραν να κλείσουν ορισμένα ελληνικά σχολεία και να επιβάλλουν την ίδρυση βουλγάρικων, κυρίως σε σλαβόφωνα χωριά ( γεγονός που στην βουλγαρική βιβλιογραφία προσδιορίζεται συχνά ως ‘’Βουλγαρική Αναγέννηση’’). Το ασύγκριτο πλεονέκτημα του Βουλγαρικού Κομιτάτου στην ίδρυση σχολείων ήταν η απευθείας χρηματοδότηση και η αποστολή δασκάλων από τη Σόφια. Αντίθετα, το Ελληνικό Κράτος δεν είχε τη δυνατότητα επίσημης ανάμιξης στη Μακεδονία, μετά την ήττα κατά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897. Ακόμη, βασικό ρόλο έπαιξαν οι προσωπικές έριδες ελλήνων πρόκριτων, η ανικανότητα ορισμένων μητροπολιτών και η κατάργηση πολλών επιδομάτων σε ελληνικά χωριά εκ μέρους του Ελληνικού Κράτους[10]. Έτσι, στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα ξεκινά μια έντονη αντιπαράθεση πάνω στο θέμα της διατήρησης σχολείου σε κάποιο χωριό, μεταξύ του ισχυρού βουλγαρικού Κομιτάτου από τη μία και των τοπικών φορέων άσκησης της εκπαίδευσης από την άλλη (Μητρόπολη, φιλεκπαιδευτικές αδελφότητες[11]), που υποστηρίζονταν από ελληνικά αντάρτικα σώματα. Λίγο μετά το Ίλιντεν και κατά το αποκορύφωμα των βουλγαρικών ωμοτήτων, τα βουλγάρικα σχολεία έφτασαν τα 43, ενώ τα ελληνικά συνέχιζαν να υπερτερούν κατά πολύ (73)[12] μέχρι την απελευθέρωση. Ακόμη, οι εθνογράφοι της εποχής επιστρατεύτηκαν  ώστε να επικυρώσουν τις εκατέρωθεν προπαγανδιστικές επιδιώξεις κάθε κράτους. Οι πλαστές σλάβικες στατιστικές του πληθυσμού και των σχολείων προσπαθούσαν να επηρεάσουν τις Μεγάλες Δυνάμεις σε έναν νέο ενδεχόμενο διαμελισμό της Ευρωπαϊκής Τουρκίας, όπως εξάλλου έγινε και στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (1878). Πλέον γραφικός ο βούλγαρος Brancoff που στην προσπάθειά του να υποστηρίξει τις βουλγαρικές θέσεις επινοεί στις στατιστικές του τον όρο Πατριαρχικοί Βούλγαροι! Ακόμη, αποκρύπτει συνειδητά τα μισά σχεδόν ελληνικά σχολεία της Καστοριάς, ενώ αριθμεί σωστά τα βουλγάρικα[13]. Όμως, επιστρέφουμε στα σχολεία καθώς δεν θα διαπραγματευτούν τώρα τα δημογραφικά ζητήματα της εποχής.  

Καστοριά
    Διαχρονικά, στην πόλη απουσιάζει το βουλγάρικο στοιχείο, με κάποιες εξαιρέσεις μετρημένες στα δάκτυλα ενός χεριού. Οι Βούλγαροι αδυνατούσαν να δεχτούν το γεγονός ότι στην πρωτεύουσα και μεγαλύτερο αστικό κέντρο της επαρχίας δεν είχαν καμία παρουσία και μετά από αλλεπάλληλες πιέσεις στην τουρκική διοίκηση πέτυχαν την εγκατάσταση ενός Βουλγαρικού Ημιγυμνασίου το 1884, το οποίο στεγάστηκε σε ενοικιαζόμενο εβραϊκό σπίτι της πλατείας Ομονοίας[14]. Επειδή, όμως δεν υπήρχαν σπουδαστές από την πόλη αναγκάστηκαν να λειτουργήσουν και οικοτροφείο για τους μαθητές που ερχόταν από τα χωριά. Το 1903, κατά την επανάσταση του Ίλιντεν ο μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης κλείνει το σχολείο και ιδρύει ταυτόχρονα ελληνικό Ορφανοτροφείο για τα παιδιά των θυμάτων του Κομιτάτου. Έτσι, το βουλγάρικο σχολείο στην Καστοριά λειτούργησε μόλις 19 χρόνια.

Οικισμοί Καζά Καστοριάς
     Προαναφέρθηκε ότι οι πρώτες βουλγαρικές προπαγανδιστικές προσπάθειες ξεκίνησαν από τον μοναχό Γεράσιμο το 1860 στα χωριά του Βιτσίου, σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Α. Πηχεών. Σ’ αυτόν προστέθηκαν ο Παπα-Γρηγόριος και ο Βάντσος που δρούσαν στην Ιεροπηγή (Κωστενέτσι) και την Βέργα (Μπόμπιστα) αντίστοιχα[15]. Τα πρώτα χρόνια οι εξαρχικοί συναντούσαν παντού αντιδράσεις από τους ντόπιους, οι οποίοι δεν δέχονταν την εγκατάσταση βούλγαρου δάσκαλου και ιερέα. Πιθανότατα, το πρώτο βουλγάρικο σχολείο υπολειτουργούσε από το 1868 στην Ιεροπηγή, στο σπίτι του εξαρχικού ιερέα, ενώ το κανονικό σχολείο ιδρύθηκε το 1871. Βέβαια, η Ιεροπηγή κακώς αναφέρεται γιατί δεν ανήκε διοικητικά στην Καστοριά παρά μόνο εκκλησιαστικά. Το 1869 στέλνεται στην Βασιλειάδα (Ζαγορίτσανη) δάσκαλος από τη Βουλγαρία, ο οποίος ξεκινά το προπαγανδιστικό έργο του. Εδώ, λειτουργούσε ήδη ελληνικό σχολείο και έπειτα ιδρύθηκε και δεύτερο, καθώς υπήρχε μια ακμάζουσα ελληνική κοινότητα. Η βουλγάρικη οργάνωση όμως έθεσε ως στόχο να μετατρέψει την Βασιλειάδα σε κέντρο της βουλγαρικής προπαγάνδας στην Καστοριά, στέλνοντας δασκάλους και ιερείς, που δρούσαν ως πολιτικοί πράκτορες. Έτσι, η κατάσταση άλλαξε κατά τον ένοπλο αγώνα, όπου υπήρχαν εδώ δύο βουλγάρικα σχολεία και ένα ελληνικό. Ποτέ όμως δεν επιτεύχθηκαν πλήρως οι βουλγάρικες επιδιώξεις και το χωριό παρέμεινε μικτό μέχρι την απελευθέρωση. Το 1878 ο Τ. Πόποφσκι μετατρέπει πραξικοπηματικά το ελληνικό σχολείο του Δενδροχωρίου (Ντέμπενη) σε βουλγάρικο, ενώ αργότερα ιδρύεται και δεύτερο[16]. Στα 1883 υπήρχαν μόλις 10 βουλγάρικα σχολεία σε Καστοριά, Άργος Ορεστικό, Βασιλειάδα, Δεντροχώρι, Βαψώρι, Βέργα, Μακροχώρι, Τρίβουνο και Κρανιώνα[17].
     Έως την ίδρυση της ΕΜΕΟ το 1893 η βουλγαρική διείσδυση στην περιοχή παρέμενε αρκετά περιορισμένη. Έκτοτε, τα βουλγάρικα αντάρτικα σώματα των κομιτατζήδων εξαπλώθηκαν τρομοκρατώντας τους ντόπιους. Περιφέρονταν κυρίως σε ορεινές περιοχές και μακρυά από αστικά κέντρα, όπου δεν μπορούσαν να επέμβουν οι τούρκικες αρχές. Κυρίαρχος τρόπος δράσης τους ήταν αρχικά η δολοφονία των ελλήνων ιερέων, δασκάλων, προκρίτων και γενικά των ατόμων που μπορούσαν να προβάλλουν αντίσταση. Στη συνέχεια όριζαν πράκτορες ως υπεύθυνους για κάθε οικισμό, οι οποίοι λειτουργούσαν ως δοσίλογοι των ελλήνων πατριαρχικών. Υπό αυτές τις συνθήκες βίας και τρόμου οι ντόπιοι κάτοικοι αδυνατούσαν να αντισταθούν, καθώς η βοήθεια από το Ελληνικό Κράτος εξέλιπε. Η κατάσταση επιδεινώθηκε σταδιακά, με αποκορύφωμα την βουλγάρικη επανάσταση του Ίλιντεν. Έτσι, το 1905 αναφέρονται 43 βουλγάρικα σχολεία στον Καζά έναντι 73 ελληνικών[18], που λειτουργούσαν στα ορεινά χωριά του Βιτσίου, των Κορεστίων και του Τρικλάριου. Να σημειωθεί ότι η λειτουργία ενός βουλγάρικου σχολείου σε έναν οικισμό δεν τον καθιστά πάντα εξαρχικό, καθώς υπήρχε και σε μικτά χωριά. Με την εμφάνιση των ελληνικών αντάρτικων σωμάτων άρχισε να περιορίζεται η βουλγαρική εξάπλωση και μέχρι το 1908 πολλά βουλγάρικα σχολεία έκλεισαν. Με την απελευθέρωση του 1912 τερματίστηκε παντελώς η βουλγαρική επιρροή στην περιοχή και όλα τα βουλγάρικα σχολεία έπαψαν να λειτουργούν.

    

Ρουμάνικα Σχολεία
Ο Απ. Μαργαρίτης (1832-1903), επιθεωρητής
των ρουμάνικων σχολείων της Μακεδονίας
και κύριο όργανο της ρουμάνικης
προπαγάνδας στην περιοχή
     Σε γενικές γραμμές η ρουμάνικη προπαγάνδα δεν βρήκε ποτέ εύφορο έδαφος στην περιοχή, καθώς οι βλαχόφωνοι πληθυσμοί, στους οποίους εξάλλου απευθυνόταν, διατηρούσαν μια παγιωμένη ελληνική συνείδηση. Ως αφετηρία των ρουμάνικων επιδιώξεων πρέπει να θεωρούμε το 1860, όταν ιδρύθηκε το Μακεδονορουμάνικο Κομιτάτο. Ο Χαλκιόπουλος, ίσως με κάποια υποτίμηση, αναφέρει το 1910 την ύπαρξη 100 ρουμανιζόντων ανάμεσα στους 3800 κατοίκους της βλάχικης Κλεισούρας και μόλις 30 ανάμεσα στους 2180 κατοίκους του Άργους Ορεστικού[19]. Ακόμη, κατά τον 19ο αι. ελάχιστοι βλάχικοι πληθυσμοί πληθυσμοί εγκαταβιούσαν στα ερημωμένα μετά τα Ορλωφικά χωριά Γράμμουστα και Λινοτόπι, όπως και στην Καστοριά. Έτσι, τα μοναδικά ρουμάνικα Scoala Primara (= Δημοτικά Σχολεία) που ιδρύθηκαν στην περιοχή ήταν αυτά του Άργους και της Κλεισούρας, αμφότερα πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στην Κλεισούρα ιδρύθηκε Αρρεναγωγείο το 1868 και Παρθεναγωγείο το 1881, τα οποία κάηκαν το 1943, ενώ στο Άργος  ιδρύθηκε το 1881 μόνο Αρρεναγωγείο, που λειτούργησε έως το 1940 μαζί με ρουμάνικο οικοτροφείο[20]. Βασικός συντελεστής της ρουμάνικης εκπαίδευσης στην περιοχή ήταν ο Α. Μαργαρίτης, που αρχικά δίδασκε σε ελληνικά σχολεία της Καστοριάς και της Κορησού. Μετά από την προσχώρησή του στην φιλορουμανική οργάνωση εγκαταστάθηκε στην Κλεισούρα όπου συνάντησε αντιδράσεις της πλειοψηφίας των κατοίκων και φυλακίστηκε από τις οθωμανικές αρχές για κάποιο διάστημα[21]. Κατάφερε με διάφορες πιέσεις να ιδρύσει σχολεία σε διάφορες περιοχές της Αλβανίας, της Μακεδονίας και των σημερινών Σκοπίων[22].



Εβραϊκά Σχολεία
Όψη και κάτοψη του εβραϊκού
σχολείου Καστοριάς
(σχέδιο Π. Τσολάκη)
     Παρ’ όλο που εβραϊκοί πληθυσμοί εγκαταστάθηκαν στην Καστοριά στους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας φαίνεται ότι καθυστέρησε κάπως η ίδρυση κάποιου εκπαιδευτηρίου. Στους οικισμούς απουσίαζε παντελώς το εβραϊκό στοιχείο, αλλά στην πόλη υπήρχε μια ακμάζουσα κοινότητα 700 κατοίκων περίπου. Ως πρώτο εβραϊκό σχολείο αναφέρεται η θρησκευτική σχολή ‘’ταλμούδ τορά’’, που αποτελούσε βασικό θεσμό των απανταχού εβραϊκών κοινοτήτων[23]. Δεν είμαστε βέβαιοι για την χρονολογία ίδρυσης, αλλά εικάζουμε ως πιθανότερη τα μέσα του 19ου αι., μετά τις γενικότερες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η σχολή βρισκόταν στο κέντρο της εβραϊκής συνοικίας, ακριβώς στη θέση του σύγχρονου Ειδικού Σχολείου, κάτω από την πλατεία Ομονοίας. Περί το 1873 έγινε μια προσπάθεια εκοσμίκευσης της εβραϊκής εκπαίδευσης και στην Καστοριά ιδρύθηκε το Ισραηλιτικό Δημοτικό σχολείο, μαζί με Νηπιαγωγείο. Βέβαια, το νέο κτίριο κτίστηκε το 1892 στη θέση της παλαιότερης σχολής. Πρόκειται για ένα τριώροφο νεοκλασικό κτίσμα με τετράγωνη κάτοψη και διαχωρισμένες αίθουσες διδασκαλίας. Λειτούργησε έως την αποπομπή των εβραϊκών πληθυσμών της πόλης το 1944 και μεταπολεμικά στέγασε τμήμα του 2ου Δημοτικού Σχολείου και συλλόγους της πόλης, μέχρι την κατεδάφισή του το 1960[24].

      Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύγκριση των σχολείων πριν την δράση των βουλγαρικών κομιτάτων και μετά. Η αντιπαραβολή αυτή υποδεικνύει με σαφήνεια την τάση των ντόπιων όταν δεν επικρατούσε πολεμικό κλίμα και την επιρροή που άσκησαν οι βουλγαρικές ωμότητες σε αυτούς. Ένας αντίστοιχος χάρτης του 1908 θα περιλάμβανε περισσότερα ελληνικά και λιγότερα βουλγάρικα σχολεία σε σχέση με το 1905.


Χάρτης των σχολείων στον Καζά Καστοριάς κατά το 1883




Χάρτης των σχολείων κατά το 1905





πηγές εικόνων
αρχείο Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης
αρχείο Π. Τσολάκη
T. Popovski, Macedonian diary (βουλγ), Fema, Sofia, 2006
ro.wikipedia.org (public domain)
προσωπικό αρχείο


[1]  Π. Τσαμίσης, Η Καστοριά και τα μνημεία της, τύποις Αλευρόπουλου, Εν Αθήναις, 1949, σ. 178
[2]  Π. Τσολάκης, Η αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, Επίκεντρο, Θεσ/νίκη, 2008, σ. 207, 208
[3]  Ν. Σχινάς, Οδοιπορικαί σημειώσεις Μακεδονίας και Ηπείρου, τ. 1, 2, Messanger D’ Athenes, Εν Αθήναις, 1886, σ. 117, 256
[4]  N. Konuk, Yunanistan’da Osmanli Mimarisi I, Stratejik Arastırmalar Merkez, Αnkara, 2010, σ. 162 - 167
[5]  Κ. Βακαλόπουλος, Ο βόρειος ελληνισμός κατά την πρώιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα (1878-1894). Απομνημονεύματα Αναστάσιου Πηχεώνα, ΙΜΧΑ, Θεσ/νίκη, 1883, σ. 381
[6]  Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Προξενεία Μακεδονίας, Μοναστήρι, 7 Ιουν 1883, αρ. 395
[7]  Κ. Βακαλόπουλος, Ο βόρειος ελληνισμός κατά την πρώιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα (1878-1894). Απομνημονεύματα Αναστάσιου Πηχεώνα, ΙΜΧΑ, Θεσ/νίκη, 1883, σ. 134, 382, 283
[8]  Σ. Παπαδόπουλος, Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσ/νίκη, 1970, σ. 173
[9]  Αρχείο Υπουργείο Εξωτερικών, Κεντρική Υπηρεσία, ΙΑ’, Θεσ/νίκη, Στατιστικός πίναξ των εν τη Ευρωπαϊκή Τουρκία λειτουργησάντων βουλγαρικών σχολείων κατά τα σχολικά έτη 1884-1888, 1888
[10]  Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Προξενεία Μακεδονίας, Μοναστήρι, επιστολή του μητροπολίτη Καστοριάς Φιλάρετου, 4 Αυγ 1892
[11]  Ε. Κουτσιαύτης, Ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Καστοριάς (1872-1876), Θεσ/νίκη, 2010
[12]  Αρχείο Υπουργείο Εξωτερικών, Κεντρική Υπηρσία ΚΒ’, Ecoles helleniques, bulgares, roumaines et serves en Macedoine-Vilayets Salonique-Manastir, 1906
[13]  D.M. Brancoff, La Macedoine et sa population chretienne, Libraire Plon, Paris, 1905, σ. 180-183
[14]  Π. Τσολάκης, Η αρχιτεκτονική της παλιάς Καστοριάς, Επίκεντρο, Θεσ/νίκη, 2009, σ. 88
[15]  Κ. Βακαλόπουλος, Ο βόρειος ελληνισμός κατά την πρώιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα (1878-1894). Απομνημονεύματα Αναστάσιου Πηχεώνα, ΙΜΧΑ, Θεσ/νίκη, 1883, σ. 381
[16]  T. Popovski, Macedonian diary (βουλγ), Fema, Sofia, 2006, σ. 18-32
[17]  Κ. Βακαλόπουλος, Ο βόρειος ελληνισμός κατά την πρώϊμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα (1878-1894). Απομνημονεύματα Αναστάσιου Πηχεώνα, ΙΜΧΑ, Θεσ/νίκη, 1883, σ. 129
[18]  Αρχείο Υπουργείο Εξωτερικών, Κεντρική Υπηρσία ΚΒ’, Ecoles helleniques, bulgares, roumaines et serves en Macedoine-Vilayets Salonique-Manastir, 1906
[19]  Ν. Χαλκιόπουλος, Μακεδονία, Βιλαέτια Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου, τυπογραφείο ‘’Νομικής’’, Εν Αθήναις, 1910, σ. 104, 105
[20]  Λ. Παπαϊωάννου, Άργος πόλη Ορεστίδας, Συλλόγος Ορεστίς Άργους Ορεστικού, Άργος Ορεστικό, 1996, σ. 237
[21]  Π. Βακουφάρης, Η ιστορική Κλεισούρα Καστοριάς, εκδ. Συλλόγου κλεισουριέων Θεσ/νίκης ''Ο Αγ. Μάρκος'', Θεσ/νίκη, 2005, σ. 216
[22] A. Berciu-Draghicescu, Aromanii din Albania – Preservarea Patrimoniului lor imaterial, Bibliotheca Bucurestilor, Bucuresti, 2010,  σ. 141-156
[23]  M. Molho, Histoire des Israelites de Castoria, Salonika, 1938, σ. 44
[24]  Π. Τσολάκης, Η εβραϊκή συνοικία της Καστοριάς, Δεδούση, Θεσ/νίκη, 1994, σ. 22 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια με υβριστικό ή προσβλητικό περιεχόμενο δεν θα δημοσιεύονται